Απαιτήσεις παιδιών… παιδεύουσι γονείς

Μία από τις γνωστικές κατακτήσεις των παιδιών είναι η κατανόηση της έννοιας του χρήματος. Όταν διαθέτουν επαρκείς μαθηματικές γνώσεις είναι πια σε θέση να λύσουν προβλήματα πιο δύσκολα, «με λεφτά». Είναι όμως αυτή η πρώτη επαφή των παιδιών με το χρήμα; Και ποια είναι η αληθινή σχέση των παιδιών με τα χρήματα; Αφορμή γι’ αυτούς τους προβληματισμούς αποτέλεσε μια σκηνή που αρκετά συχνά διαδραματίζεται στο ιατρείο, στην καθημερινή κλινική πράξη με παιδιά και τις οικογένειές τους. Μητέρα και παιδί μπαίνουν στο χώρο, εμφανώς εκνευρισμένοι.

Συχνά η μητέρα λέει: «Άσε με παιδί μου». Στην ερώτηση «Τι συνέβη;», το παιδί (σχολικής συνήθως ηλικίας) απαντά: «Δεν μου πήρε το τάδε παιχνίδι». Η μητέρα παρεμβαίνει λέγοντας «Αφού σου λέω, δεν έχω λεφτά» και το παιδί σπεύδει να διορθώσει «Μη λες ψέματα, αφού έχει 10 ευρώ στο πορτοφόλι σου, άνοιξε να δεις». Συνήθως σ’ αυτό το σημείο η μητέρα θεωρεί χρέος της να απολογηθεί λέγοντας ότι τα 10 ευρώ τα χρειάζεται για να αγοράσει τρόφιμα ή κάτι για το σπίτι. Συχνά ο διάλογος συνεχίζεται με το παράπονο του παιδιού, «ναι καλά, αν ήταν για σένα θα τα ξόδευες» δίνοντας παραδείγματα του πόσα ευρώ κοστίζουν αυτά που αγοράζει η μητέρα του.

Όλο και πιο συχνά σήμερα τα παιδιά αποκτούν δικαιωματικά άποψη για τη διαχείριση των χρημάτων της οικογένειας. Τα παιδιά ζητούν χρήματα, τα αποκτούν και τα ξοδεύουν επί τόπου. Ελάχιστες οικογένειες έχουν «κουμπαρά» όπου μπαίνει το χαρτζιλίκι με σκοπό το παιδί να «σπάσει το γουρουνάκι» στη γιορτή του για να πάρει ένα ακριβό δώρο «με τα δικά του λεφτά». Αντίθετα, τα παιδιά την ίδια μέρα που λένε τα κάλαντα, και αφού οι γονείς συμπληρώσουν το ποσό που υπολείπεται, σπεύδουν να αγοράσουν ακόμη μια κασέτα για το ηλεκτρονικό τους παιχνίδι ή κάτι παρόμοιο.

Δύσκολα μπορεί κανείς να αποδώσει αυτήν την τάση στα παιδιά, μια και αυτά αντιγράφουν την οικογένεια και κατ’ επέκταση την κοινωνία.

Ο υπερκαταναλωτισμός, η υπερπροσφορά αγαθών, η εξαιρετική ευκολία στη λήψη ενός δανείου για να εξυπηρετηθούν οι όποιες ανάγκες ή επιθυμίες (νέες συσκευές, έπιπλα, διακοπές κ.ά.) περνάει από τους γονείς στα παιδιά ως «ό,τι ζητήσουμε θα το αποκτήσουμε τώρα». Η προσμονή του δώρου έχει χαθεί, η αποταμίευση είναι άγνωστη λέξη. Μήπως αυτός είναι ο λόγος που οι κουμπαράδες δεν βρίσκονται εύκολα στα καταστήματα με τα παιχνίδια; Η έννοια της αποταμίευσης θα μπορούσε να εξηγήσει σε ένα παιδί σχολικής ηλικίας για ποιον λόγο δε χρειάζεται τρεις κασετίνες και δυο λαμπάδες. Θα διευκόλυνε πιθανόν μελλοντικά τους εφήβους να διαχειρίζονται το χαρτζιλίκι τους και αργότερα τους νεαρούς ενηλίκους να αντεπεξέρχονται οικονομικά με το βασικό μισθό χωρίς να χρειάζεται η συνεχής αρωγή των –πάντα πρόθυμων και ανήσυχων για την καλοπέραση των παιδιών τους- γονέων, που έχουν οικονομική δυνατότητα και χωρίς να προκαλείται υπέρμετρο άγχος και δανεισμό στους γονείς που δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν οικονομικά σε όλο αυτό το βάρος. Σε έναν πλανήτη που αργοπεθαίνει, η αποταμίευση από τα χρήματα έως τις πηγές ενέργειας και τα αποθέματα νερού και πόρων θα μπορούσε να είναι η λύση.

Αργυρώ Ραλλού-Καλτσά, Παιδοψυχίατρος, Θεραπεύτρια Οικογένειας-Ζεύγους, επιμ. Β’ Νοσοκομείου Παίδων «Η Αγία Σοφία»